Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τοῠ ἀγῶνος

См. также в других словарях:

  • Μουσείο Ιερού Αγώνος 1821 Νικολάου Φαρμάκη (Ναυπάκτου) — Το μικρό αυτό ιδιωτικό ιστορικό μουσείο λειτουργεί από το 1979, σε μία αίθουσα 80 τ.μ. περίπου ενός εντυπωσιακού σύγχρονου κτιρίου που μιμείται σχέδιο ενετικής αρχιτεκτονικής (Φαρμάκη 1). Ανήκει στο Νικόλαο Φαρμάκη, τέως βουλευτή Αιτωλοακαρνανίας …   Dictionary of Greek

  • Μουσείο Αγώνος ΕΟΚΑ 1955-1959 (Κύπρου) — Σκοπός του μουσείου, το οποίο το έτος 2001 απέκτησε καινούργια πτέρυγα, είναι να διατηρήσει ζωντανή την ανάμνηση του απελευθερωτικού αγώνα των Ελληνοκυπρίων κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας, τον οποίο είχε οργανώσει η Εθνική Οργάνωση Κυπρίων… …   Dictionary of Greek

  • εφημερίδα — Έντυπο που κυκλοφορεί κάθε μέρα ή σε αραιότερα χρονικά διαστήματα και περιέχει ειδήσεις, σχόλια και άλλο υλικό της επικαιρότητας. Στην ευρύτερη σημασία του ο όρος ε. χαρακτηρίζει κάθε τυπωμένο κείμενο, στο οποίο καταχωρούνται ειδήσεις που… …   Dictionary of Greek

  • Καρατάσος — Επώνυμο οικογένειας κλεφταρματολών από την κεντρική Μακεδονία, που διακρίθηκαν στην Επανάσταση του 1821. 1. Αθανάσιος (19ος αι.). Γιος του Τάσου (βλ. 2.). Αιχμαλωτίστηκε στην πολιορκία της Νάουσας και μεταφέρθηκε στη Θεσσαλονίκη, όπου βασανίστηκε …   Dictionary of Greek

  • Φωκάς, Δημήτριος — (Αθήνα 1886 – 1966). Έλληνας αξιωματικός του πολεμικού ναυτικού. Αποφοίτησε από τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων ως σημαιοφόρος (1905) και πήρε μέρος ως ανθυποπλοίαρχος στους Βαλκανικούς πολέμους (1912 13) και από το 1917 ως υποπλοίαρχος στον A’… …   Dictionary of Greek

  • Τάγματα Ασφαλείας — Στρατιωτικά ελληνικά σώματα που ιδρύθηκαν στα χρόνια της Κατοχής με σκοπό τη διάλυση των ανταρτικών οργανώσεων που πολεμούσαν τους κατακτητές. Τα Τ. Α., που χαρακτηρίστηκαν με το αναγκαστικό διάταγμα 179/69 από το δικτατορικό καθεστώς των… …   Dictionary of Greek

  • περί — ΝΜΑ, με αναστροφή πέρι, θεσσαλ., δελφ. και αιολ τ. περ, ελεατ. τ. παρ Α πρόθεση η οποία συντάσσεται: 1. με γεν. α) (για δήλωση τού αντικειμένου, τού θέματος για το οποίο γίνεται λόγος ή για το οποίο ενδιαφέρεται κάποιος), για, σχετικά με..., όσον …   Dictionary of Greek

  • подвигъ — ПОДВИГ|Ъ (289), А с. 1.Душевное движение, побуждение: и на дѣла тъкмо сихъ ни словеса нъ и подвигы и помыслы. и ˫аже вънѹтрь д҃ши. подобаѥть пытати. (κινήσεις) ЖФСт к. XII, 59. 2. Борьба; состязание, соревнование: се же в костѧнтинѣ градѣ. в… …   Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)

  • Карпенисиотис, Афанасиос — Афанасиос Карпенисиотис Αθανάσιος Καρπενησιώτης …   Википедия

  • προστατώ — έω, Α [προστάτης] 1. κυβερνώ («προστατεῑν τῆς πόλεως», Πλάτ.) 2. είμαι επιστάτης, επιμελητής («προστατεῑν τοῡ ἀγῶνος», Ξεν.) 3. είμαι πρόεδρος («προστατεῑν ἐκκλησίας», επιγρ.) 4. υπερασπίζω κάποιον ή κάτι («Ἥρα προστατεῑ [Ἀργείων»]», Ευρ.) 5. (το …   Dictionary of Greek

  • NEMEA — I. NEMEA filia Iovis et Lunae; a qua nomen Argivorum regioni. Alii tamen a pascuis armentorum agri, quae Iunoni sacra essent; vel a Danai liberis, istam sic nominatam volunt. Hinc Ludis appellatio, de quibus mox dicemus. Vide Iul. Caes.… …   Hofmann J. Lexicon universale

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»